Η συναισθηματική φόρτισις έφθασεν εις το αποκορύφωμα της, όταν οι αγωνιζόμενοι υπό τους ήχους της ορχήστρας, χόρεψαν με τις ντάμες τους το τελευταίο βάλς, πριν επιβιβαστούν εις το πλοίον που θα τους οδηγήσει εις την δίνην των γεγονότων.
Εις το μουράγιο, ο πρεσβύτερος της ομάδος Κος Ντινάκουλας τους ευχήθηκε “godspeed” και “καλήν επιστροφή από τον ενδοξότερον των Αγώνων”. Τα λόγια του προκάλεσαν νέο κύμα συγκίνησης, καθώς οι βετεράνοι που έμεναν πίσω κρατούσαν με αξιοπρέπεια τα δάκρυα των, ενώ οι γυναίκες των αγωνιζόμενων εμψύχωναν η μία την άλλην, καθώς με σεμνή και καθωσπρέπει κομψότητα κουνούσαν το λευκό μαντήλι του αποχαιρετισμού.
Φήμες που φέρουν τους αγωνιζόμενους να απεκδύονται το λυπημένο ύφος τους μόλις το πλοίο ξεκίνησε, και να ξεστομίζουν δυνατά εκφράσεις του τύπου “επιτέλους ρε φίλε, πάμε να ΓΟΥΣΤΑΡΟΥΜΕ!!!!” ενώ ταυτόχρονα κάπνιζαν τσιγάρα, έπιναν κρύες μπύρες και επιδίδοντο σε χοντροκομμένα και άκομψα αστεία και πειράγματα, καθώς και σε άσεμνες χειρονομίες, κρίνονται ως αβάσιμες και άκρως συκοφαντικές, θίγουσες το ήθος και την σοβαρότητα των εξαίρετων αυτών νέων.
Εκ της αρχισυνταξίας
Βεβαίως, έτσι είναι… συκοφαντίες…
Φύγαμε ρε @#$%^&, να τους $#*#&^ και να ^&$&%#&# τους παλιο&^$&%*$%!!!
Και να γυρίσουμε με τις *$&%$%& τις κούπες μας και να πάμε κυριακή βράδυ στον Πάνο να του σπάσουμε τα &&%$^%#!
Για τον Πάνο ρε *^$&$**$!
Ρε *&%^*&, σε είδα, φέρε κι από δω καμμιά μπύρα…
Διακρίνω στη φωτογραφία την Άννα με τη Μπίλια, την Κική και τη Μαρίνα! Οι άλλες δύο ποιες είναι;
Η κυρία Κουκή και η Κάρλα Μπρούνι (που έρχεται σε όλους τους αποχαιρετισμούς και κλαίει χωρίς να υπάρχει λόγος).
Αυτή πίσω δεξιά δεν μοιάζει με την Κάρλα Μπρουνι μήπως είναι καμιά πεθερά κ μας βρίζει ? καλό τα είναι οι επιβαίνοντες του πλοίου να έχουν το σωσίβιο και τι σφυρίχτρα συνεχεία μαζί τους
ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ
ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ
Μὲς στὴ σιωπὴ σ᾿ ἀργάζομουν, Καράβι,
ὡς τὸ χρυσὸ κουκούλι της ἡ κάμπια·
καὶ φουντωμένο φλόγες τώρ᾿ ἀνάβει
τὸ κορμί, τὸ κατάρτι σου κ᾿ ἡ γάμπια·
καὶ νά σου ὁλόρτο στῆθος, ὁποὺ θραύει
τὰ πεπρωμένα – πολεμίστρα τάμπια!
Καὶ κάθε ξύλο, ὡς γεύτηκε τὸ ἁλάτι,
ἔγινε Νοῦς καὶ Θέληση καὶ Μάτι.
Πίσω βοριάς, πηχτὸ ἐμπροστὰ τὸ πούσι·
κι ὅμως μέσα μου ὁ ἥλιος λαμποβόλα᾽.
Κι ἂν ἐρχόταν μετάνιωμα νὰ κρούσει
τὸ θάρρος μου, τὰ σπλάγχνα ἐξύπνααν ὅλα.
Πόσες φορὲς ἡ ἀντένα μου εἶχε ἀκούσει,
σφιγμένη στὴν καρδιά, τὴ νυφοστόλα
Ἰδέα, χαρὰ νὰ βάνει μου στὰ γόνα,
στὰ χέρια τὰ κομμέν᾿ ἀπ᾿ τὸν ἀγώνα!
Κι ἂς μὴ σᾶς βλέπω, ἑλληνικὰ ἀκρογιάλια,
μὲς στοῦ ματιοῦ μου λάμπετε τὴν κόρη,
Πῶς λαχταράει τὰ θεῖα σας ροδοκάλλια
(πάντοτες θεῖα, μ᾿ ἀστέρια ἢ μὲ λιοβόρι!)
ἡ καρδιά μου, καὶ θά ῾θελεν ἀγάλια
σὰν ἠχερὸ χαλίκι σας νὰ ἠμπόρει
μὲ τὸ δικό σας τὸ ρυθμὸ καὶ τὸ ἴσο
νὰ κυλήσει, νὰ πάει καὶ νά ῾ρτει πίσω.
Καλή επιτυχία και καλά να τα περάσετε!
Kali epitixia!!!
Vant